ξαναρχινίζω

ξαναρχινίζω
βλ. ξαναρχίζω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ξαναρχίζω — και ξαναρχινίζω και ξαναρχινώ, άω (Μ ξαναρχίζω) 1. (μτβ.) αρχίζω πάλι να κάνω κάτι, ξανακάνω κάτι πάλι από την αρχή 2. (αμτβ.) αρχίζω πάλι …   Dictionary of Greek

  • ξαναρχίνισμα — και ξανάρχισμα, το [ξαναρχινίζω] το να αρχίσει κάποιος κάτι εκ νέου, η καινούργια αρχή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”